Η μουστάρδα αποτελεί ένα μοναδικό συνοδευτικό με την ξεχωριστή ιδιότητα να μετατρέπει κάθε φαγητό σε γαστρονομική απόλαυση. Με όνομα βαρύ σαν ιστορία, αμέτρητη ποικιλία σε γεύσεις και χρήσεις απευθύνεται στους λάτρεις των θεσπέσιων γεύσεων. Η μουστάρδα παράγεται από τους σπόρους σιναπιού, οι οποίοι, όταν κοπανιστούν, μετατρέπονται σε μία βαθυκίτρινη σκόνη που σε συνδυασμό με νερό ή ξίδι, μας δίνει τη μουστάρδα.
Οι άνθρωποι τη χρησιμοποιούν από τα πολύ παλιά χρόνια για την ιδιαίτερη, καυτερή και πικάντικη γεύση που δίνει στα φαγητά. Μάλιστα ήταν τόσο σπουδαία και απαραίτητη η γεύση της για τους Ελληνες και τους Αρχαίους Αιγυπτίους, που συνήθιζαν να μασουλάνε σπόρους μουστάρδας κατά τη διάρκεια του φαγητού. Η πρώτη συνταγή μουστάρδας βρίσκεται στα βάθη των αιώνων, αφού εμφανίστηκε τον 6ο αιώνα και διαδόθηκε στη Βουργουνδία. Σύμφωνα με την ιστορία, στις αρχές του 14ου αιώνα, ήταν τόσο μεγάλη η λατρεία που είχε ο Πάπας Ιωάννης ΚΒ για τη μουστάρδα που έφτασε στο σημείο να δημιουργήσει για τον πολυαγαπημένο του ανιψιό, την υπηρεσία του «μεγάλου μουσταρδιέρη του πάπα».
Τα πολύ παλιά χρόνια οι άνθρωποι μην έχοντας την δυνατότητα χρήσης πολλών φαρμάκων, είχαν ανακαλύψει τη χωνευτική δράση της μουστάρδας και έτσι την συνδύαζαν με βαριά φαγητά που περιείχαν χοιρινό και τυρί, για να τους βοηθάει στην πέψη. Ακόμη, οι κυνηγοί, όταν ήθελαν να ζεσταθούν ύστερα από μία δύσκολη παγωμένη μέρα, έβαζαν τα πόδια τους μέσα σε μια λεκάνη με μουστάρδα για να διώξουν τις κρυάδες και τέλος σε περιπτώσεις αρθριτικών, χρησιμοποιούσαν ζεστά καταπλάσματα με μουστάρδα, για να αντιμετωπίσουν τους πόνους των κλειδώσεων.